Τα Μάτια των Πνιγμένων - Μια στιγμή πριν φύγω
Άυλος:
Είναι φορές που ότι κι αν πεις δεν έχει ουσία
τυπικά το πως περνάς καλά και γω ματώνω ακόμα
πάρε σιωπή δωσ' μου χειμώνες, αγκαλιές
στο λάκκο μου ρίξε λιγάκι ακόμα χώμα, σβήσαν χρόνια
κι είναι ευτύχημα το πως ελπίζω ακόμα και επιζώ
θες να σου πω τι σκέφτομαι και τι ζητώ
κάθε ξημέρωμα κενά μπαλώνω ακόμα με αλκοόλ και με καπνό
φέρνω τις μέρες, τις στιγμές των αδερφών μου το χαμό
και δεν ξεχνώ ίσως ακόμα καταστρέφομαι με σκέψεις κι εμμονές
γαμώ χαμένες ώρες, μέρες
μόνος πάντα τριγυρνώ σε σκοτεινές γωνιές
στις ίδιες γειτονιές, στην ίδια κόλαση
εκεί που οι στιγμές παίρνουν παράταση
ματιές παγώνουν απ' του νου τη διάσπαση
μ' ήξερες λίγο κι από τη καλή
μου πες να δώσεις λίγο χρώμα στη ζωή μου
μα μετάνιωσες πριν από τη στροφή
πάλι στη σιωπή, πάλι στη απόγνωση μ' ένα γιατί
μόνοι και μαζί θα το δεις ότι το τέλος θα ναι λύτρωση, γιορτή
είμαστε απλώς παράσιτα μες στο βοή
κι ανώνυμα στο πλήθος σβήνουμε τελείες μες στο άπειρο
σαν κάτοικοι αφιλόξενοι στης μοναξιάς τον οίκο, δεν ανήκω πουθενά
κι έχω ένα κώδικα πιο πάνω απ τα επίγεια δεσμά
μηδέν εφτά, μηδέν εφτά
Άψινθος:
Άραξε λίγο
περπάτησε στον ίσκιο μου μιας και χαιρέτησες
ένα λεπτό έχω πριν να φύγω
δεν ξέρω αν παίζει να με ξαναδείς, πολλά ρωτάς
δεν έχεις χρόνο να μ' ακούσεις, το δρόμο μου συνεχίζω
κάτι τρέχει λένε με το Μήτσο
μα δεν ξέρω ούτε και γω από που ν' αρχίσω
ίσως να χω βαρεθεί αυτή τη κατάσταση
ρουτίνα να το παίζω λογικός σε μια αρρωστημένη παράσταση
υποκρίνεσαι, στα μάτια δεν κοιτάς συνοδοιπόρε
πόλη αφήνεσαι, θωρακισμένη σε κάθε μου λέξη αμύνεσαι
αντί να δίνεσαι
σ' έχει καταπιεί η συνήθεια ένα και τ' αυτό
μ' αυτό που σιχάθηκες γίνεσαι
στη ζούγκλα της ωμότητας 010 αναζήτηση ταυτότητας στο φως μου
φωνές πληθαίνουν στον εγκέφαλό μου
κάθε γνώριμο πρόσωπο βλέπω εχθρό μου
και είναι σιωπές που κρύβουν στον εαυτό μου
παγωνιά και μ' αρρωσταίνουν φίλε πες μου
κουράστηκα ν' αιμορραγώ στις αναμνήσεις του φυλακισμένου
ελέγχοντας ανάσες, κινήσεις, προθέσεις να μην προδοθώ ποτέ μου
στην απεγνωσμένη μου προσπάθεια να ζήσω
για ν' αράξω κάθε ακμάδα μου
που να με καταλάβεις και να νιώθεις κάθε αράδα μου
σ' ένα μυαλό κελί περνάνε άσκοπα τα βράδια μου
θέλεις να μάθεις τα καινούρια πλάνα μου
τι περιμένεις, εύκολες κουβέντες να σου πω να διασκεδάσεις τη κατάντια μου
δεν παίζει, τι να μου κάνει ένα φιλί ή μια εφήμερη σχέση
καχύποπτος όσο δεν παίρνει θέση
δεν έχω πια νέα, μοναχικός δεν ψάχνω για παρέα
τελευταία δεν είμαι καλά, σιωπηλός γυρίζω μόνος, μόνος στα κλεφτά
στη γύρα, ραντεβού πίσω από τις εργατικές κι η ώρα πήγε εφτά
λίγα τα λεφτά, κι η επιβίωση πουτάνα που δεν παίρνει ψιλά
μάνα μια βόλτα θα βγω για να τσεκάρω κάποια σκηνικά
μην περιμένεις μαζί για να φάμε θα γυρίσω αργά
σου λέω έχω στο κεφάλι μου πολλά
βρώμικα χέρια και συνείδηση βαριά
δεν έχω μέλλον στο δρόμο που μ' οδηγεί στο πουθενά
φαινομενικά εντάξει, επιδερματικά τα πράγματα κυλάνε υποτονικά
τ' αδέρφια μου παιδιά μέσα στου κούκου τη φωλιά
ξεσπάω βράδια πάνω από λευκά χαρτιά
σ' ένα δωμάτιο που πνίγει την αγάπη μου ασφυκτικά
ή σε μια κάμαρα, φίλοι απ' τη γειτονιά γίνανε γράμματα χρυσά
σε λευκά μάρμαρα εικόνες, δύο μέτρα από τη γη κι από κάτω τα τάρταρα
με πιάνω να θυμάμαι φάσεις περπατώντας μόνος μες στην Αλεξάνδρας τα χαράματα
πυκνή βροχή τα μάτια, ραγισμένο γυαλί
γάματα, τσιγάρο για τις στάσεις, οικογένεια ξένη
ο έρωτας φεύγει, πολλά τα λόγια πολλές πράξεις
είμαι ο ίδιος που δεν άλλαξε ποτέ και δεν χρειάζομαι συστάσεις
Αλλοπρόσαλλος:
Τώρα τελευταία, πιστεύω πως δεν θέλεις πια να κάνουμε παρέα
τώρα τελευταία, μουδιάζω λες και δέρμα αλλάζω
φτύνω παριστάνοντας κάποιο παράνομο και περπατάω
πάω στο κέντρο σας που 'χει γεμίσει αφίσες
τα μυαλά σας απλωμένα σε κάθε κωλότοιχο που ακουμπάω
δεν υποβαθμίζω ούτε λεπτό, τα φιλιά μου στο μικρόφωνο
ακραίοι fc, κατεβάζω σύνδεσμο
ας μην με πας δεν με νοιάζει, πάλι βάρος κουβαλάω
δεν έχω που να πάω, δεν έχω που να πάω
ωωωω, νομίζεις πως μπατάρει η φάση ε;
ομοφυλόφιλε μετά από πολύ καιρό γκρεμίζει με κουπλέ φλώρε
το κλείνω σαν το σούρουπο βαρύ λουκέτο πάνω απ' το ψυχωτικό μινόρε
ΔΠΘ:
Σε κάποια στάση με βρίσκει το μούχρωμα
μούσκεμα, κάπου στη μέση του πουθενά
σβήνει ο προτζέκτορας πέφτουν τα φώτα
κι η αυλαία έκλεισε το σινεμά
ένα αντίο, κι ο δρόμος που χώρισε την πόλη στα δύο
μοιάζει τώρα απέραντο τοπίο
μην φοβάσαι θα παγώσεις
κι εσύ, ήδη τα δόντια μου πονάνε από το κρύο
ε που πας; μη με ρωτάς
τελικώς η ζωή είναι ένα μεγάλο αστείο μα δεν βλέπω να γελάς
ένα αντίο
προσωρινά από μας ένα αντίο
προσωρινά από μας ένα αντίο
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου